Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
Η βιομηχανική επανάσταση αφού διέλυσε την ευλογημένη κοινότητα εις τα εξ ων συνετέθη, διέσπασε και διαχώρισε το πάλαι ενιαίο δίπολο: Δάσος και Πολιτισμός.
Ο Πολιτισμός, που αφορούσε τους υλικούς όρους της ζωής, είναι εύλογο και αυτονόητο ότι συνυφαινόταν με το Δάσος. Ο παραδοσιακός άνθρωπος από αυτό προμηθευόταν το πολύτιμο ξύλο, που χρειαζόταν για όλες τις χρήσεις και τα φυλλώματα των δέντρων ήταν μια πολύτιμη ζωοτροφή, χλωρή ή αποξηραμένη, χειμώνα καλοκαίρι. Επίσης το δάσος ήταν καταφύγιο δικό του και των ζώων του, στα καλοκαιρινά λιοπύρια και στα χιονόνερα του χειμώνα.
Όμως και ο Πολιτισμός των λοιπών άυλων φανερωμάτων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής δεν ήταν ξεκομμένος από τα δέντρα και το Δάσος. Δέντρα σημαδιακά και μεγάλα δεν τα πείραζαν. Εκτός από του ότι τα χρειάζονταν, επιπλέον τα σέβονταν και τα φοβόντουσαν, γιατί από αρχαιοτάτων χρόνων θεωρούνταν ιερά και κατοικίες των νυμφών, που με το χριστιανισμό τέθηκαν υπό την προστασία διαφόρων Αγίων, με τα ξωκλήσια και τα εικονίσματα, με τις θρησκευτικές τελετές και τα πανηγύρια.
Δέντρα μνημεία της φύσης, που για αιώνες αντιστέκονταν στην υλοτομική μανία του ανθρώπου, σήμερα έχουν γίνει στάχτη και μπούλμπερη στους ξυλολέβητες των κεντρικών μας θερμάνσεων. Μαζί τους έγιναν καπνός και οι νεράιδες, που κατοικούσαν σ΄ αυτά, με την μαγεία και την ομορφιά τους.
Έτυχε να είμαι παρών, όταν ένας ιδιοκτήτης κάποιου εγκαταλειμμένου χωραφιού στα… απέραντα απεραντιακά ψωμοτόπια, πήγε με το δασοφύλακα να του σημαδέψει για να κόψει τις βελανιδιές και τα πουρνάρια σ΄ ένα χωράφι του, που για αιώνες ίσκιωναν και δρόσιζαν τους σκληρά μοχθούντες προγόνους του. Αληθινά μνημεία της φύσης. Το όργανον πειθαρχώντας στην υπηρεσία του, σημάδεψε τα γηραιότερα και τα μεγαλύτερα δέντρα, ώσπου και ο ξυλολάγνος ιδιοκτήτης διαμαρτυρήθηκε και είπε αυτό δεν το κόβω, γιατί εδώ κάνουν στάση τα αποδημητικά πτηνά της περιοχής (...μάλλον όμως το ήθελε για κυνηγετικό καρτέρι, προς θεραπείαν της θεάρεστης κυνηγετικής ροπής που τον διέκρινε).
Τα δεινά του Δάσους άρχισαν μετά την απελευθέρωσή μας από την Οθωμανική τυραννία. Από την Οθωνική Βασιλεία και δώθε, ο λόγγος αποχρωματίστηκε σε δάσος και σταδιακά απέκτησε μια και μόνο αυτόνομη επιχειρηματική διάσταση ως ξύλο. Όλα τ΄ άλλα όπως η σκιά του, η δροσιά του, η ευλογία του, η ιστορία του και όλες οι άλλες χρήσεις, που αυτό συμπύκνωνε πήγανε περίπατο.
Σήμερα οι φωστήρες της τοπικής αυτοδιοίκησης, πιστοί στο ρόλο τους, ανέλαβαν και πέτυχαν να εκχυδαΐσουν το Πολιτισμό, που συνδεόταν με το Δάσος, με τις -χρόνια τώρα- θεσμοθετημένες γιορτές δάσους, όπου τα σουβλάκια, τα ψητά και τα κρασιά πάνε σύννεφο, τα γκιαουρο-σκυλο-τράγουδα διαρρηγνύουν και τις πιο γερές ωτασπίδες μας και η φουστανέλα, η φούντα και το φέσι ατσαλώνουν την εθνικοφροσύνη μας.
Με τη σειρά τους οι λοιπές Εξουσίες (κράτος, οικονομία και ολιγαρχία) γουργούρισαν για κερδοφόρες επενδύσεις, που στις μέρες μας κορυφώνονται με τις Ανεμογεννήτριες και επαπειλούμεθα με ότι άλλο καταστροφικό σκαρφιστούν.
Για χιλιετίες η κάθε γενιά παρέδιδε στην επόμενη ένα δάσος πλούσιο, ζωντανό και κυρίως ενεργό. Για να συνεχιστεί αυτή η παράδοση, πρέπει να θεσπιστεί και να επιβληθεί ο νέος καταστατικός χάρτης του δάσους. Ένα πλαίσιο αρχών, που θα στηρίζεται στις σύγχρονες περιβαλλοντικές αντιλήψεις, θα περιχαρακώνει τις, εντός του δάσους, δραστηριότητες και θα αναχαιτίζει τις βουλιμικές και αδηφάγες δραστηριότητες των μεταπρατών και των κερδολάγνων “επενδυτών” και την όρεξη για συναλλαγές διάφορες των λιγούρηδων αυτοδιοικητικών.